Κυριακή 24 Μαΐου 2015

Αν πέσει ο Άσαντ θα ακολουθήσει Αρμαγεδδών στην ανατολική Μεσόγειο

Μια «είδηση – μήνυμα» κυκλοφορεί εδώ και ένα τρίμηνο, περίπου, που αφορά τη Συρία και η οποία αρχίζει να λαμβάνει τη μορφή χιονοστιβάδας:
το καθεστώς Άσαντ αδυνατεί να αναπληρώσει τις απώλειες σε ανθρώπινο υλικό από τον εδώ και μια τετραετία πόλεμο φθοράς εναντίον του και πως, τούτη τη φορά, έχει πραγματικά αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για την κατάρρευσή του.
Όπως όλες του είδους, η «είδηση-μήνυμα» για το καθεστώς Άσαντ είναι εξαιρετικά εκλεπτυσμένη.
Συνδυάζει γεγονότα, δογματικές αντιλήψεις αλλά και επιθυμίες. Οι επιθυμίες αυτές, «επαναλαμβανόμενες», παράγουν νομοτελειακές προσδοκίες στο υποσυνείδητο (subliminal expectations): ο Άσαντ είναι τελειωμένος.
Όπως και στο αποτελεσματικό μάρκετινγκ, έτσι και στην προπαγάνδα στόχος είναι οι «πελάτες», -στην συγκεκριμένη περίπτωση η κοινή γνώμη στη Δύση αλλά και στη Μέση Ανατολή, που τελευταία βομβαρδίζεται συνεχώς επί τούτου από τα δυτικά ΜΜΕ.
Από τα γεγονότα το πιο σημαντικό, χωρίς το οποίο δεν στέκεται η «είδηση- μήνυμα» πως το καθεστώς οσονούπω καταρρέει, είναι το πληθυσμιακό.
Το καθεστώς Άσαντ κυβερνά, αντλεί την δύναμή του και ένα μεγάλο ποσοστό της νομιμότητάς του από τη φυλή του Άσαντ, την κοινότητα των Αλαουιτών.
Στο πληθυσμιακό μωσαϊκό της Συρίας οι Αλαουίτες, που σήμερα θεωρούνται σχίσμα του Σιιτικού Ισλάμ αποτελούν μειονότητα με ποσοστό 12-15 τοις εκατό του συνολικού πληθυσμού, αριθμητικά λίγο περισσότεροι από δύο εκατομμύρια.
Η μεγάλη πλειοψηφία της Συρίας αποτελείται από Σουννίτες μουσουλμάνους, περίπου 75 τοις εκατό, 10 τοις εκατό χριστιανούς και άλλες μικρές μειονότητες όπως Δρούσους, Γιαζίντι (Κούρδους), κ.α.
Οι Αλαουίτες κυριαρχούν πληθυσμιακά στις Μεσογειακές ακτές της Συρίας και στα παραλιακά βουνά.
Γεωγραφικά οι πληθυσμοί τους εντοπίζονται από τον Βόρειο Λίβανο (100-120 χιλ.) μέχρι την Αντιόχεια στον Κόλπο της Αλεξαντρέττας (700-750 χιλ.), στη σημερινή Τουρκία.
Μερικές χιλιάδες εντοπίζονται και στα Υψίπεδα του Γκολάν. Είναι σημαντικό για τις σημερινές εξελίξεις να υπογραμμιστεί πως επί Γαλλικής Εντολής, από το 1923 μέχρι το 1936, όταν έχουμε την πλήρη ανεξαρτησία της σημερινής Συρίας, λειτουργούσε στη γεωγραφική αυτή περιοχή, υπό την εποπτεία της Γαλλίας, η «Πολιτεία των Αλαουιτών» η οποία, τότε, δεν ήθελε να ενσωματωθεί στη Συρία.
Σήμερα τα θύματα του πολέμου στη Συρία ξεπερνούν τις 200.000. Από αυτά υπολογίζεται πως το ένα τρίτο, τουλάχιστον, προέρχεται από τις τάξεις του καθεστώτος.
Είναι δηλαδή στη μεγάλη τους πλειοψηφία, Αλαουίτες. Και εδώ οικοδομείται το όλο επιχείρημα: πως αντίθετα με τους αντικαθεστωτικούς που θεωρητικά διαθέτουν μια ανεξάντλητη δεξαμενή ανθρώπινου δυναμικού, η αντίστοιχη δεξαμενή του καθεστώτος Άσσαντ δεν αναπληρώνεται. Αναπόφευκτα, το τέλος πλησιάζει.
Υπάρχει λοιπόν, λογική και βάση στο επιχείρημα. Όταν το ερώτημα τέθηκε πρόσφατα στον Άσαντ, σε συνδυασμό με απώλειες εδαφών μετά από αρκετές νίκες του καθεστώτος, ο Σύρος ηγέτης παραδέχθηκε τις απώλειες αυτές αλλά το σημαντικό σε ένα πόλεμο, -τόνισε- είναι να μην χαθεί το ηθικό και η ψυχολογία.
Και παρά το υψηλό κόστος του πολέμου το καθεστώς Άσαντ συνεχίζει να χαίρει της λαϊκής υποστήριξης που υπερακοντίζει αυτή των Αλαουιτών. Χαίρει υποστήριξης δηλαδή από μεγάλο ποσοστό των Σουννιτών της χώρας και ολοκληρωτικά από τους Χριστιανούς και τις υπόλοιπες μειονότητες.
Αυτό που δεν λαμβάνεται υπόψη, ίσως λόγω γεωγραφικής άγνοιας, είναι πως τόσο η Συρία όσο και το Ιράκ αποτελούνται από μεγάλες αλλά έρημες εκτάσεις και πως η πλειοψηφία των πληθυσμών εντοπίζεται σε αστικά κέντρα.
Στην περίπτωση της Συρίας, για παράδειγμα, ναι μεν υπάρχει μεγάλη απώλεια εδαφών αλλά πάνω από το 70% του πληθυσμού βρίσκεται σε αστικά κέντρα που ελέγχει το καθεστώς Άσαντ.
Και το οποίο συνεχίζει να έχει την υποστήριξή τους, βέβαια, διότι διαφορετικά το καθεστώς θα είχε προ πολλού καταρρεύσει.
Το καθεστώς Άσαντ είναι δεσποτικό και ανελεύθερο. Είναι όμως και κοσμικό. Και αυτό είναι το κρίσιμο πλεονέκτημά του.
Είναι το μόνο κοσμικό αραβικό κράτος που έχει παραμείνει και το οποίο, ως τέτοιο, και αντίθετα με σχεδόν όλα τα υπόλοιπα, είναι ανεκτικό και παρέχει προστασία σε μη μουσουλμανικές εθνότητες και μειονότητες.
Και πρωτίστως παρέχει προστασία προς τους Αλαουίτες τους οποίους, όχι μόνο οι τζιχαντιστές αλλά και οι αντικαθεστωτικοί σουνίτες, τους θεωρούν «άπιστους».
Συνεπώς η υποστήριξη για όλους αυτούς προς το καθεστώς είναι υπαρξιακός μονόδρομος. Η μέχρι τώρα εμπειρία σημαίνει πως η κατάρρευση του καθεστώτος θα σημαίνει και τον δικό τους φυσικό αφανισμό ή αν είναι τυχεροί, εξορία.
Το άλλο γεγονός, στη βάση του οποίου προαναγγέλλεται η κατάρρευση του καθεστώτος είναι πως τα γειτονικά της Συρίας κράτη που επιδιώκουν την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ, συντονίζουν πλέον τις προσπάθειές τους στο ανώτατο δυνατό επίπεδο.
Η αναφορά εδώ είναι στη συμμαχία Τουρκίας και Σαουδικής Αραβίας, κυρίως, μαζί με το Κατάρ. Και είναι γεγονός πως οι τελευταίες στρατιωτικές επιτυχίες των αντικαθεστωτικών πιστώνονται στην άφθονη χρηματοδότηση Σαουδικής Αραβίας – Κατάρ και την στρατιωτική εμπλοκή και επιμελητεία της Άγκυρας.
Τα κράτη αυτά έχουν κοινό μέτωπο με τους τζιχαντιστές – αποκεφαλιστές και ναι, αποτελούν μέλος της λεγόμενης «Διεθνούς Κοινότητας» που επιδιώκει τάχατες να «εκδημοκρατίσει» την ευρύτερη Μέση Ανατολή!
Εδώ πρέπει να υπογραμμιστεί και ο ρόλος του Ισραήλ για τον οποίο δεν γράφονται πολλά παρά μόνο -και όχι τυχαία- από τους παλαιοσυντηρητικούς των ΗΠΑ. Οι τελευταίοι, ως παραδοσιακοί απομονωτιστές (isolationists), θέλουν απεμπλοκή των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή. Και δικαιολογημένα πιστεύουν πως το Ισραήλ προσπαθεί να εμπλέξει την Ουάσιγκτον σε ένα πόλεμο για την ανατροπή, αρχικά του Άσσαντ και ο οποίος θα οδηγήσει, τελικά, και σε πόλεμο των ΗΠΑ κατά της Τεχεράνης.
Αυτή την περίοδο οι Ισραηλινοί έχουν αγαστή συνεργασία με τους Σαουδάραβες. Στρατηγικός στόχος και των δυο είναι, ιδεωδώς, η ανατροπή του Σιιτικού καθεστώτος της Τεχεράνης ή, τουλάχιστον, το σαμποτάζ της διαφαινόμενης συμφωνίας μεταξύ των ΗΠΑ και του Ιράν αναφορικά με το πυρηνικό πρόγραμμα του τελευταίου.
Η συμφωνία αυτή, που έχει παγκόσμια σημασία για την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια, βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο. Αλλά το γεγονός αυτό θεωρείται ως εξαιρετικά επικίνδυνο για τα συμφέροντα ασφαλείας της Σαουδικής Αραβίας και του Ισραήλ. Ένα Ιράν απελευθερωμένο από τις κυρώσεις και δουλείες που του έχουν επιβληθεί εδώ και δεκαετίες από το Συμβούλιο Ασφαλείας και τη Δύση, θα εξισορροπεί και με το παραπάνω τις δυο αυτές δυνάμεις στην ευρύτερη περιοχή.
Ο άλλος κύριος παίκτης, η Τουρκία του τζιχαντιστικού διδύμου Έρντογάν – Νταβούτογλου, δεν έχει τόσο σύνθετη στρατηγική όσο η Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ, ειδικά έναντι στο Ιράν. Δεν «καίγεται» δηλαδή για την ανατροπή του καθεστώτος των Μουλλάδων της Τεχεράνης το οποίο πιστεύει, λόγω και της Νατοϊκής της ιδιότητας, πως μπορεί να το διαχειριστεί. Αν η Άγκυρα εδώ και τέσσερα χρόνια βυσσοδομεί κατά του Άσαντ και θέλει να τον ανατρέψει, είναι από «γινάτι».
Η Άγκυρα, στο πλαίσιο της περιφερειακής «υψηλής στρατηγικής» της, που είναι η περιβόητη πολιτική «μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες», προσέφερε μεγαλόψυχα καθοδήγηση και προστασία στη Συρία αλλά το «παιδαρέλι» -κατ´ αυτούς- ο Άσαντ αρνήθηκε να την αποδεχτεί. Αρνήθηκε να γίνει υποχείριό της, ουσιαστικά.
Και συνεχίζει πεισματικά να μην «γνωρίζει την θέση του» (haddini bil) έναντι στη Μεγάλη (Buyuk) Τουρκία! Ναι αυτό είναι. Και αυτό ισχύει, παρεμπιπτόντως, και για την Κύπρο αλλά και για την Ελλάδα και ας κάνουν πως δεν το καταλαβαίνουν στη Λευκωσία, ειδικά. Όλα θα βρουν τον δρόμο τους όταν ο κάθε γείτονας της Μπουγιούκ Τουρκίας «γνωρίζει την θέση του». Τότε, η μεγαλοψυχία της Άγκυρας θα είναι «απύθμενη» στον κάθε ένα γείτονα ξεχωριστά.
Όμως στην περίπτωση της Συρίας η Άγκυρα θέλει και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτασμένο.
Θέλει, η αλήθεια είναι πως κατά βάθος φοβάται αλλιώς θα το είχε ήδη κάνει η ίδια, τον Άσαντ να τον ανατρέψει η αμερικανική αεροπορία, όπως και στην περίπτωση του Καντάφι της Λιβύης.
Και εδώ τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο διότι η Αμερική έχει πλέον συμφιλιωθεί με την παρουσία του Άσαντ στη Συρία.
Αντίθετα με τους υπόλοιπους «συμμάχους της» βλέπει πλέον τον Άσαντ ως «σταθεροποιητικό» παράγοντα, συγκριτικά πάντοτε με το τι συμβαίνει στην περιοχή και ως στέρεο αντιστάθμισμα κατά του των σαλαφιστών – εξτρεμιστών. Δεν τον έχει αγαπήσει ξαφνικά, βέβαια….
Μετά από απανωτές λανθασμένες εκτιμήσεις και συνεπακόλουθες αποτυχημένες παρεμβάσεις και με καθημερινό παράδειγμα τις εξελίξεις στο Ιράκ, η Ουάσιγκτον αποφάσισε πως η κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ θα προκαλέσει ανεξέλεγκτες καταστάσεις, με τους τζιχαντιστές-αποκεφαλιστές-τρομοκράτες, να κυριαρχούν.
Κοντολογίς οι Αμερικανοί φοβούνται τις συνέπειες δημιουργίας ενός «Αφγανιστάν στη Μεσόγειο», σε μια άκρως ρευστή περίοδο.
Υπάρχουν, επιπλέον, ακόμη δύο ανασταλτικοί παράγοντες για τους Αμερικανούς. Η προεδρική ισχύς του Ομπάμα φθείνει, αφού τελειώνει η θητεία του, ενώ έχει ήδη αρχίσει η προεκλογική περίοδος για τις προεδρικές του 2016. Υπό αυτές τις συνθήκες η αμερικανική εσωστρέφεια και σύνεση, ευτυχώς, κυριαρχούν.
Τέλος κάτι που οι περιφερειακοί σύμμαχοι των ΗΠΑ σχεδόν πάντοτε αγνοούν είναι πως η Αμερική είναι πλανητική δύναμη και σχεδιάζει πλανητικά. Ειδικά στη Μέση Ανατολή το στρατηγικό ζητούμενο για την Ουάσιγκτον είναι η εξομάλυνση των σχέσεών της με την Τεχεράνη, την πιο σημαντική χώρα της Μέσης Ανατολής.
Μια μυωπική πολιτική κατά του πιο σημαντικού συμμάχου της Τεχεράνης την χρονική αυτή περίοδο, που είναι ο Άσαντ της Συρίας, πιθανόν να οδηγήσουν σε ναυάγιο την κρίσιμη αυτή εξέλιξη. Και δεν αναφέρω καν την αντίδραση της Ρωσίας, του άλλου στρατηγικού εταίρου της Συρίας.
Τα πράγματα για την Συρία του Άσαντ παραμένουν εξαιρετικά δύσκολα. Δεν είναι όμως τόσο «απελπιστικά» όσο προπαγανδιστικά παρουσιάζονται.
Το καθεστώς έχει αντοχές, δεν έχει ηττηθεί ψυχολογικά και διαθέτει ισχυρούς συμμάχους. Ωστόσο η κατάρρευσή του δεν μπορεί να αποκλειστεί. Όσοι όμως, πέραν των τζιχαντιστών, που την επιδιώκουν και την εύχονται, θα πρέπει να θέλουν και τις συνέπειές της: τον Αρμαγεδώνα που θα ακολουθήσει στην περιοχή αλλά και στη Μεσόγειο.
Ας ελπίσουμε πως η Ουάσιγκτον έχει πραγματικά αντλήσει κάποια μαθήματα από την πρόσφατη εμπειρία της στην περιοχή και δεν θα παρασυρθεί από τους περιφερειακούς της συμμάχους και ειδικά από το Ισραήλ.
tribune.gr