Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2009

ΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ ΠΑΝΤΟΤΕ ΣΤΟ ΠΛΕΥΡΟ ΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ


ΑΛΒΑΝΟΙ ΠΟΛΕΜΙΣΤΕΣ ΣΤΟ ΠΛΕΥΡΟ ΤΟΥ ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ
Οι μεγάλοι Αλβανοί κτηματίες και οι Σπαχήδες (έφιπποι, μισθοφόροι) που είχαν εγκατασταθεί στη Θεσπρωτία από το 1700 εξαναγκάζονται να εξισλαμισθούν, για να διατηρήσουν τα τιμάριά τους, αξιοθέντες του τίτλου «μπέηδες» κληρονομικά.

Τούτους από ψυχολογικό εξαναγκασμό μιμήθηκαν και οι φτωχοί κολίγοι. Οι Τσάμηδες μουσουλμάνοι της Θεσπρωτίας ήταν απόγονοι των ανωτέρω εξωμοτών.
Κατ΄αρχήν οι εξισλαμισθέντες αυτοί Χριστιανοί διατήρησαν την Ελληνική γλώσσα και συμπαθούσαν τους Χριστιανούς κατοίκους, με τους οποίους συνδέονταν και με δεσμά συγγενείας. Με την πάροδο του χρόνου οι σχέσεις τους με τους Αλβανούς μπέηδες (γαιοκτήμονες) τους ανάγκασαν να μάθουν και την Αλβανική γλώσσα δημιουργώντας ταυτόχρονα μια παράδοξη νοοτροπία πονηριάς, συκοφαντικής διάθεσης και μοχθηρίας.
Έτσι σιγά-σιγά απέβαλαν κάθε τι το Ελληνικό και η ονομασία «Τσάμης» κατάντησε συνώνυμη του πονηρού, του ανειλικρινούς, του άπιστου. Άρχισαν να υποβλέπουν το χριστιανικό στοιχείο, να μάχονται τούτο και να ζητούν την εξόντωσή του.Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε η μικρή μουσουλμανική μειονότητα της Τσαμουριάς στη Θεσπρωτία, με καθαρά τουρκική φυλετική συνείδηση.Ο αριθμός των Τουρκοτσάμηδων του νομού Θεσπρωτίας, σε σύνολο 61.300 κατοίκων, μόλις ανήρχετο στους 16.600, το 1940, δηλαδή το 27%. (Η Κοινωνία των Εθνών τους υπολόγιζε σε 20.000).
Οι Τουρκοτσάμηδες αυτοί με τη Συνθήκη των Αθηνών (1913) προστατεύονται σαν (θρησκευτική) μουσουλμανική μειονότητα, ενώ κατέστησαν Έλληνες υπήκοοι, αφού τον Φεβρουάριο του 1913 ελευθερώθηκε η Ήπειρος από τον Οθωμανικό ζυγό. Μέχρι τότε ήταν Τούρκοι υπήκοοι, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Είχαν δικά τους σχολεία για την εκμάθηση της γλώσσας τους και τεμένη, στα οποία δίδασκαν οι Χοτζάδες, που επληρώνοντο από το Ελληνικό Δημόσιο.
Κατά τους Βαλκανικούς πολέμους 1912-1913 η προπαγάνδα της Αυστρίας στρατολόγησε πολλούς πράκτορες μεταξύ των Τσάμηδων, τους οποίους εκίνησε κατά του Ελληνισμού.
Μόνο το 1924 οι Τσάμηδες άρχισαν να προσαρμόζουν τη συνείδησή τους προς την Αλβανία, οπότε για πρώτη φορά ανακινήθηκε ζήτημα Αλβανικής μειονότητας.
Επί δικτατορίας Θ. Παγκάλου αναγνωρίστηκαν (Αύγουστος 1926) με Ελληνική πρωτοβουλία και προς εκδήλωση φιλικών αισθημάτων προς την Αλβανία οι Τσάμηδες σαν «Αλβανική» μειονότητα, για να αποφύγουν την ανταλλαγή, ενώ σύμφωνα με την Ελληνοτουρκική Σύμβαση ανταλλαγής της 30-1-1923, η Ελλάδα θα απαλλάσσονταν της παρουσίας αυτών, παρά το γεγονός ότι πολλοί από τους μουσουλμάνους της Τσαμουριάς ήταν υπέρ της ανταλλαγής και επιθυμούσαν να αναχωρήσουν για την Τουρκία (περί τους 5.000 τους οποίους είχε δεχθεί η Τουρκία).
Οι Ιταλοί εξ άλλου, από το 1923, γνωρίζοντες το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των Αλβανών για τη Θεσπρωτία, καθώς και τον πόθο τους να επεκταθούν προς αυτήν δεν άφηναν ευκαιρία ανεκμετάλλευτη από το να μην υποδαυλίζουν αυτούς και να τους κρατούν σε ψυχικό αναβρασμό, να τους φανατίζουν και να τους τροφοδοτούν με συνθήματα για την πραγματοποίηση των ονείρων τους.
Έκνομες Δραστηριότητες
Τσάμης ήταν ο ληστής Νταούτ Χότζα, τον οποίον ο Μουσολίνι χρησιμοποίησε ως έναυσμα για την κήρυξη πολέμου κατά της Ελλάδας τον Οκτώβριο του 1940, τάγματα δε Τσάμηδων σχηματίστηκαν και συμπολέμησαν με τους Ιταλούς στην αρχή, με Ιταλικές στολές και τους Γερμανούς αργότερα. Και στις δύο περιπτώσεις επικεφαλής των προπομπών ήταν πάντοτε Τσάμηδες. Τα τάγματα αυτά επιδόθηκαν με ανήκουστη θηριωδία στο «πλιάτσικο» των οικιών και καταστημάτων των Ελλήνων Χριστιανών. Σα να μην αρκούσαν όλα αυτά, υποχρέωσαν τους Έλληνες να φορούν το γνωστό Αλβανικό άσπρο σκούφο και διέπραξαν γενικά ανήκουστα εγκλήματα κατά των άτυχων Θεσπρωτών, τους οποίους βασάνιζαν και σκότωναν.
Τον Ιούλιο του 1941 η Ιταλική Κυβέρνηση διόριζε με Διάταγμα τον αρχηγό της εγκληματικής μαφίας από την Παραμυθιά Τζεμίλ Ντίνο, σαν Ύπατο Αρμοστή Θεσπρωτίας, ο οποίος μάλιστα δεν εμφανίστηκε για να αναλάβει τα καθήκοντά του.
Για να τρομοκρατήσουν ακόμη περισσότερο το Ελληνικό στοιχείο, και να επιδείξουν στην Ελληνική Κυβέρνηση τη θέλησή τους οι Τσάμηδες, ότι επιθυμούν την απόσπαση του Νομού Θεσπρωτίας από τον ελληνικό κορμό, δολοφονούν μπρος στο Νομαρχιακό κατάστημα τον αναπληρωτή Νομάρχη Γ. Βασιλάκο. Η δολοφονία αυτή υπήρξε το σύνθημα των ομαδικών εκτελέσεων σ΄ολόκληρο το Νομό, με κορύφωση την εκτέλεση των 49 προκρίτων της Παραμυθιάς (29-9-1943).Διευθύνων νους για την συστηματοποίηση του έργου της εξολοθρεύσεως του ελληνικού στοιχείου ήταν η διαβόητη τρομοκρατική οργάνωση K-S-I-L-I-A δηλαδή το «Αλβανικό Σύστημα Πολιτικής Διοικήσεως» που συγκροτήθηκε προς τούτο τον Ιούλιο του 1942. Πλέον εναργής για το θέμα είναι η σχετική έκθεση ειδικής προς τούτο συσταθείσης και αμερόληπτης επιτροπής.
Τα ανωτέρω είναι κατώτερα της πραγματικότητος.
Την άνοιξη του 1944, στα πλαίσια των επιχειρήσεων εναντίον των Γερμανών στην Ήπειρο, κρίθηκε αναγκαίο από την Βρετανική συμμαχική αποστολή να καταλάβει ο Ζέρβας τις Ηπειρωτικές ακτές στην περιοχή της Πάργας που ελέγχουν οι Τσάμηδες, προκειμένου να γίνεται πιο εύκολα ο εφοδιασμός του ΕΔΕΣ με πλοιάρια από την Ιταλία. Στις επιχειρήσεις αυτές στο πλευρό των Γερμανών πολέμησαν και ένοπλα σώματα Τσάμηδων, ιδιαίτερα στην περιοχή της Πάργας, της Παραμυθιάς και της Ηγουμενίτσας.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί η μάχη της Μενίνας (17/18-8-1944), όπου μαζί με τους 92 νεκρούς και 109 αιχμαλώτους Γερμανούς, είχαν και οι συμπολεμιστές τους Τσάμηδες 86 νεκρούς και 7 αιχμαλώτους, έναντι 6 ανδρών του ΕΔΕΣ και του Άγγλου Ταγματάρχου Δαβίδ Ουάλλας. Για τον ρόλο αυτό των Τσάμηδων η συμμαχική αποστολή διέταξε τον Ζέρβα να διαλύσει τα Σώματα αυτά, με αντικειμενικό σκοπό στο να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις ενάντια στους Γερμανούς κατά την αποχώρησή τους προς την Αλβανία (Οκτώβριος 1944).
Αποχώρηση - Κυρώσεις
Έτσι, τον Σεπτέμβριο του 1944, αντιληφθέντες ότι θα λογοδοτούσαν στην Ελληνική Δικαιοσύνη, για την εν γένει εγκληματική και αντεθνική δράση τους, οι Τσάμηδες, μαζί με τους υποχωρούντες Γερμανούς που έχασαν τον πόλεμο, αποχωρούν για την Αλβανία οικειοθελώς περί τους 16.000-18.000. Μεγάλος αριθμός μάλιστα Τσάμηδων μεταφέρθηκε στην Αλβανία με Γερμανικά μεταφορικά μέσα, σύμφωνα με αναφορά Αμερικανού αξιωματικού. Στην Αλβανία, το καθεστώς του Εμβέρ Χότζα τους εγκατέστησε στην πεδιάδα της Μουζακιάς και τους διατήρησε ως Έλληνες υπηκόους με την ελπίδα τυχόν επιστροφής τους στην Ελλάδα ή επανάκτησης των περιουσιακών τους στοιχείων, τα οποία είχαν δεσμευθεί στο μεταξύ από το ελληνικό κράτος. Συγκεκριμένα, με την υπ΄αρ. 344/23-4-1945 απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου δοσιλόγων Ιωαννίνων και περί τις 1.700 σχετικές καταδικαστικές αποφάσεις ερήμην που επακολούθησαν καταδικάστηκαν ως εγκληματίες πολέμου, ενώ οι περιουσίες τους δημεύτηκαν (Β.Δ. 2185/1952 και Ν.27891/1954) και εκποιήθηκαν ή διανεμήθηκαν σε όλους, όσους έπεσαν θύματα της θηριωδίας τους. Παράλληλα, με την υπ΄αρ. Α.Π. 50862/1947 απόφαση του Υπουργείου Στρατιωτικών οι Τσάμηδες στερήθηκαν της ελληνικής ιθαγένειας.
Οι ελάχιστες δεκάδες Τσάμηδες που παρέμειναν στην Ελλάδα (όσοι εθεώρουν εαυτούς αθώους), παρέμειναν ανενόχλητοι, εκχριστιανίστηκαν και αφομοιώθηκαν από το ελληνικό στοιχείο, διάγοντας φιλησύχως και νομοταγώς.
Τέτοιοι υπήρξαν οι Μουσουλμάνοι Τσάμηδες οι οποίοι εμφανίζονται τώρα ως «αθώοι» και «αδικημένοι», επιχειρώντας να ανατρέψουν την σε βάρος τους πραγματικότητα, διαστρεβλώνοντας και παραχαράσσοντας την ιστορία.
Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα - Προτάσεις
Βέβαια, προς το παρόν το θέμα από πλευράς επισήμου Αλβανίας τίθεται ανθρωπιστικά, δηλαδή να επιστρέψουν στην Ελλάδα οι απόγονοι των Μουσουλμάνων Τσάμηδων (συνεργατών των Γερμανοϊταλών), οι οποίοι έφυγαν το 1944 από τη Θεσπρωτία και να διεκδικήσουν τις περιουσίες τους. Κανείς όμως δεν μπορεί να αποκλείσει την παρέκκλιση του ζητήματος στην πορεία σε εδαφικές διεκδικήσεις και άλλα αποσταθεροποιητικά αιτήματα. Και τούτο, διότι θα ήταν αυταπάτη αν παραβλέπαμε την ζωντανή πραγματικότητα, η οποία έγκειται στην συστηματική προσπάθεια επισήμων και ανεπισήμων Αλβανικών κύκλων να δημιουργήσουν μειονοτικά προβλήματα εκ του μη όντος σε βάρος της χώρας μας. Δεν μπορούμε να αφήσουμε απαρατήρητο το γεγονός, ότι το «Αλβανικό Λόμπι» στις ΗΠΑ μετέρχεται «παν μέσον» θεμικό και αθέμιτο για να διευκολύνει την υλοποίηση της ιδέας της «Μεγάλης Αλβανίας» η οποία σημειωτέον στηρίζεται στον εθνικιστικό εξτρεμισμό και στο οργανωμένο έγκλημα. Ήδη η Αλβανική Βουλή στις 30 Ιουνίου 1994 έχει καθιερώσει και μάλιστα ομόφωνα, την 27 Ιουνίου ως ημέρα γενοκτονίας των Τσάμηδων, ο δε προ ετών ιδρυθείς σύνδεσμος «Τσαμουριά» στην Αλβανία, έχει αναλάβει το προπαγανδιστικό μέρος της προσπάθειας των Τσάμηδων, θέτοντας ως κεντρικό πολιτικό στόχο την αναγνώριση κάποιας «δήθεν» γενοκτονίας των Τσάμηδων.Η οργάνωση αυτή (Τσαμουριά - Cameria), μέλη της οποίας πρωτοστάτησαν στις εκδηλώσεις της 25-6-2006 στην Ελληνοαλβανική μεθόριο, αποτελεί το αμιγώς πολιτικό τμήμα του αυτού συστήματος που προβάλλει την ιδέα της «Μεγάλης Αλβανίας» αναφορικά με την επέκτασή της στην Ήπειρο μέχρι την Πρέβεζα (συμπεριλαμβανομένων και των νομών Καστοριάς και Φλώρινας).Εν όψει όλων των ανωτέρω η ελληνική πολιτεία θα πρέπει να βρίσκεται διαρκώς σε εγρήγορση, ώστε εγκαίρως να επιβεβαιώνει προς πάσα κατεύθυνση την πάγια επί του ζητήματος των Τσάμηδων και Τσαμουριάς ελληνική θέση, ότι το θέμα είναι ανύπαρκτο και δεν συζητείται, έχει δε λήξει οριστικά και αμετάκλητα με τις αποφάσεις του δικαστηρίου δοσιλόγων των Ιωαννίνων το 1945, διαλύοντας έτσι κάθε σχετική ανθελληνική προπαγάνδα.
Το Apodimos.com ευχαριστεί τον Υποστράτηγο ΕΛ.ΑΣ ε.α. κ. Π. Λάγγαρη που είναι Πρώην Υποδιευθυντής της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας της ΕΛ.ΑΣ, για τις πληροφορίες που παρέθεσε μέσα από το άρθρο του, έτσι ώστε να γνωρίζουν όλοι Έλληνες και οι Απόδημοι αδελφοί μας τα γεγονότα που αφορούν τους Αλβανοτσάμηδες και τους όμοιους τους.
Πηγή : elesme.gr
Π. Λάγγαρης Πρώην Υποδ/ντής της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας της ΕΛ.ΑΣ – www.Apodimos.com
H ιστορία μιας μειονότητας και το βάρος της πολιτικής
Ποιοι ήταν οι Τσάμηδες διερευνήσεις
ΣΤΑΘΗΣ ΚΑΛΥΒΑΣ ΒΗΜΑ
Το 1940 οι Τσάμηδες, ένας αλβανόφωνος μουσουλμανικός πληθυσμός συγκεντρωμένος κυρίως στη Θεσπρωτία και ιδιαίτερα στις περιφέρειες Ηγουμενίτσας, Μαργαριτίου, Φιλιατών και Παραμυθιάς, αριθμούσε κάπου 23.000 ως 24.000 ανθρώπους. Το 1951 είχαν απομείνει μόλις 127 αλβανόφωνοι μουσουλμάνοι σε ολόκληρη τη χώρα.
Τα επεισόδια που συνόδευσαν την επίσκεψη του κ. Κάρολου Παπούλια στην Αλβανία επανέφεραν στην επιφάνεια την ομάδα αυτή. H σιωπή που περιέβαλλε την ιστορία τους οφείλεται στα αιματηρά γεγονότα που διαδραματίστηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Ως πρόσφατα οι Τσάμηδες εμφανίζονταν κυρίως στην τοπική ιστορία και στη λογοτεχνία, όπου, όπως είναι γνωστό, συχνά προηγούνται της «ιστορίας των ιστορικών» στα «δύσκολα» θέματα (βλ. π.χ. το εξαιρετικό Το ασημόχορτο ανθίζει του Βασίλη Γκουρογιάννη). H πρώτη -και μοναδική ως τώρα -ολοκληρωμένη και συστηματική μελέτη του θέματος δημοσιεύθηκε μόλις το 2004. Πρόκειται για το υποδειγματικό έργο της Ελευθερίας Μαντά που βασίζεται κυρίως σε πρωτογενείς πηγές (συμπεριλαμβανομένων ιταλικών και αλβανικών τεκμηρίων) και αποτελείται από τρεις χρονολογικές ενότητες: Μεσοπόλεμος, B΄ Παγκόσμιος πόλεμος - Κατοχή και μεταψυχροπολεμική εποχή. H μεγαλύτερη και πιο ευαίσθητη ενότητα αφορά την περίοδο της Κατοχής.
H δύσκολη συμβίωση
Οι Τσάμηδες ήταν ένας παραδοσιακός αγροτικός, συμπαγής και κλειστός πληθυσμός που για συγκυριακούς λόγους εξαιρέθηκε της ανταλλαγής του 1922. H συμβίωσή τους με το χριστιανικό στοιχείο της περιοχής υπήρξε εξαρχής προβληματική: η πολιτισμική διαφοροποίηση, οι κτηματικές διαφορές και η στάση του ελληνικού κράτους απέναντί τους, και ιδιαίτερα του μεταξικού καθεστώτος, ενίσχυσαν την καχυποψία τους και επέτρεψαν τη δράση εξτρεμιστικών αλυτρωτικών στοιχείων στην Αλβανία. Πάνω εκεί βασίστηκε και η Ιταλία για να θέσει τσαμικό θέμα και να δικαιολογήσει την εισβολή του 1940. Οπως είναι φυσικό, η εξέλιξη αυτή δυναμίτισε την ήδη τεταμένη κατάσταση στην περιοχή. Ενοπλοι Τσάμηδες συνόδευσαν τον ιταλικό στρατό κατά τη σύντομη προέλασή του στο ελληνικό έδαφος τον Νοέμβριο του 1940, ο τοπικός πληθυσμός υποδέχθηκε πανηγυρικά τους εισβολείς, ενώ σημειώθηκαν οι πρώτες λεηλασίες και επιθέσεις εναντίον χριστιανικών χωριών. H υποχώρηση των Ιταλών και η επιστροφή των ελλήνων κατοίκων έθεσε σε κίνηση μια δυναμική αντεκδικήσεων που κατέληξε στην εθνοκάθαρση των Τσάμηδων το 1944.
H ιταλική, αρχικά, και η γερμανική Κατοχή συνοδεύτηκαν από βία. Οι ηγέτες των Τσάμηδων συνεργάστηκαν με τις κατοχικές αρχές και συμμετείχαν σε διώξεις, καταστροφές, και μαζικές εκτελέσεις, η πιο γνωστή από τις οποίες υπήρξε η εκτέλεση 49 επιφανών κατοίκων της Παραμυθιάς τον Σεπτέμβριο 1943. Οι αντάρτες του ΕΔΕΣ, που κυριαρχούσαν στην περιοχή, προέβησαν μετά την αποχώρηση των Γερμανών σε ένα όργιο βίας, αδιάκριτων εκτελέσεων και λεηλασιών που κορυφώθηκαν με τη μαζική εκδίωξη των Τσάμηδων στην Αλβανία, τον Σεπτέμβριο του '44.
H περίπτωση αυτή αποτελεί αναμφίβολα εθνοκάθαρση. Το ερώτημα παραμένει αν υπήρξε αποτέλεσμα προμελετημένης κεντρικής απόφασης ή αν προήρθε από πράξεις αντεκδίκησης σε τοπικό επίπεδο. H Μαντά προκρίνει τη δεύτερη εκδοχή. Προσωπικά πιστεύω ότι η απόσταση ανάμεσα στις δύο εκδοχές είναι πολύ μικρή. Παρόλο που ο ΕΔΕΣ ήταν μια αποκεντρωμένη οργάνωση όπου, αντίθετα με το EAM, η κεντρική διοίκηση δύσκολα έλεγχε τους τοπικούς οπλαρχηγούς, τίποτε δεν δείχνει ότι η ηγεσία του είχε την παραμικρή (και πραγματική) διάθεση να τους συγκρατήσει. H πολιτική συγκυρία τον Σεπτέμβριο του 1944 επέτρεπε την «τελική λύση» του τσαμικού ζητήματος και, κατά τη γνώμη μου, ο ΕΔΕΣ δεν δίστασε να αδράξει την ευκαιρία.
Αντίθετα από τον ΕΔΕΣ, το EAM τήρησε μια περίεργη στάση σε σχέση με τους Τσάμηδες. Επιχείρησε επανειλημμένα ανοίγματα που βασίζονταν στον μάλλον πλασματικό διαχωρισμό «μιας δράκας προδοτών» από την πλειοψηφία του πληθυσμού -πλασματικό στον βαθμό που ο παραδοσιακός αυτός πληθυσμός ακολουθούσε τους ηγέτες του και έδειχνε μια προτίμηση προς την κατοχική διοίκηση ακόμη και όταν δεν συμμετείχε άμεσα σε πράξεις βίας. Για αυτόν τον λόγο η τακτική του EAM δεν έγινε κατανοητή ούτε από τον τοπικό ελληνικό πληθυσμό ούτε από τα ίδια του τοπικά στελέχη που ανέφεραν στις εσωτερικές τους εκθέσεις τις οποίες παραθέτει η Μαντά ότι «η παμψηφία σχεδόν των αρβανιτάδων Τσάμηδων της περιοχής είχε ταχθή ανεπιφύλαχτα με το μέρος του κατακτητή και ωργάνωνε δολοφονικές επιδρομές ενάντια στα ελληνικά χωριά». Ο ΕΛΑΣ τελικά στρατολόγησε γύρω στους 300 ως 500 Τσάμηδες που συμμετείχαν στις εμφύλιες συγκρούσεις με τον ΕΔΕΣ τον Δεκέμβριο του '44. H επικράτηση του ΕΛΑΣ συνοδεύτηκε από την επιστροφή 3.000 ως 5.000 Τσάμηδων στη Θεσπρωτία. H τελική όμως έκβαση των Δεκεμβριανών οδήγησε σε νέες διώξεις από τους οπλαρχηγούς του ΕΔΕΣ και στην τελική εκδίωξή τους.
H τελική πράξη
Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου το KKE στράφηκε για μία ακόμη φορά προς τους Τσάμηδες για να λύσει το πρόβλημα έμψυχου δυναμικού που αντιμετώπιζε. Τον Μάρτιο του 1949 κατέληξε σε συμφωνία με την αλβανική κυβέρνηση για την υποχρεωτική στρατολόγηση 2.000 Τσάμηδων η οποία ναυάγησε την τελευταία στιγμή, όταν οι ίδιοι οι Τσάμηδες αντέδρασαν και ο Εμβέρ Χότζα αποφάσισε να μην τους οπλίσει ως «αντιδραστικούς». H τελική πράξη του δράματος γράφτηκε στις αρχές της δεκαετίας του '50 με σειρά νομοθετικών διαταγμάτων της ελληνικής κυβέρνησης που απαλλοτρίωσε τις περιουσίες τους και τις απέδωσε σε ντόπιους και έποικους.
Ιδεολογικές ερμηνείες
Είναι προφανές ότι η σημασία της περίπτωσης αυτής ξεπερνάει τα όρια της τοπικής ιστορίας. Αποτελεί, κατ' αρχάς, καθαρή και ενδεχομένως μοναδική για την κατοχική Ελλάδα περίπτωση ολοκληρωτικής εθνοκάθαρσης. Δεύτερον, δείχνει τα όρια των ιδεολογικών ερμηνειών στην Ιστορία. Οι Τσάμηδες δεν ήταν ούτε φασίστες ούτε ναζιστές ούτε κομμουνιστές· ήταν όμως διατεθειμένοι να συνεργαστούν με όποιον τους πρόσφερε τη δυνατότητα να διεκδικήσουν τα αιτήματά τους. Τρίτον, υπογραμμίζει τη διαδικασία εργαλειοποίησης του δωσιλογισμού από τις δύο αντίπαλες παρατάξεις και την αναντιστοιχία ανάμεσα στον λόγο και στην πράξη τους. Για τους κομουνιστές ο δωσιλογισμός υπήρξε ιδιαίτερα ελαστική έννοια σε σχέση με συγκεκριμένες ομάδες όπως οι Τσάμηδες ή οι σλαβόφωνοι κομιτατζήδες στους οποίους παρείχε τη δυνατότητα αναβάπτισης από προδότες σε πατριώτες. Γενικεύοντας και απλοποιώντας, θα μπορούσε να πει κανείς ότι αν για τη Δεξιά ο δωσιλογισμός ήταν συγχωρήσιμος, αρκεί οι φορείς του να ήταν Ελληνες, για την Αριστερά το συγχωροχάρτι ίσχυε μόνο για τους μη Ελληνες.
H περίπτωση των Τσάμηδων αναδεικνύει συγχρόνως και τις αντιφάσεις της στρατευμένης ιστοριογραφίας που επαναλαμβάνουν τα επιχειρήματα των αντιμαχόμενων παρατάξεων της δεκαετίας του '40 -τόσο της δεξιάς όσο και της αριστερής εκδοχής της. Για τη δεξιά μεταπολεμική ιστοριογραφία η εθνοκάθαρση και η αδιάκριτη βία κατά των Τσάμηδων υπήρξε ένα απόλυτα δικαιολογημένο μέτρο απέναντι σε μια ομάδα δωσίλογων και μειοδοτών. Μόνο ο αντικομμουνισμός μπορούσε να δικαιολογήσει, και άρα να συγχωρήσει, τη συνεργασία με τους κατακτητές. Το πρόβλημα της αριστερής μεταπολιτευτικής ιστοριογραφίας είναι ακριβώς το αντίθετο: ενώ καυτηριάζει τον δωσιλογισμό ως εσχάτη προδοσία που δικαιολογούσε βία αντίστοιχη με αυτή που υπέστησαν οι Τσάμηδες, αντιμετωπίζει τις αντίστοιχες πρακτικές των μειονοτήτων με αισθήματα κατανόησης και τάσεις συγκάλυψης, δείχνοντας έτσι πόσο επιλεκτική και άρα διάτρητη είναι η ηθικολογία της.
Το βιβλίο της Ελευθερίας Μαντά είναι ένα αντίδοτο στη μυωπία και στα αδιέξοδα της ιστοριογραφίας αυτής και θυμίζει τη σημασία της σοβαρής ιστορικής έρευνας. H συγγραφέας κατάφερε να προσεγγίσει ένα σύνθετο και ευαίσθητο θέμα με προσοχή, συστηματικότητα και χαμηλούς τόνους. Το βιβλίο της αξίζει να διαβαστεί από όσους ενδιαφέρονται να αποκτήσουν μια ολοκληρωμένη αντίληψη της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας.
Ο κ. Στάθης Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale των ΗΠΑ.
10 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΣΑΜΗΔΕΣ
τοῦ Κωνσταντίνου Χολέβα Πολιτικοῦ Ἐπιστήμονος
Τόν τελευταῖο καιρό γίνεται καί πάλι συζήτηση γιά τούς "Τσάμηδες". Ἡ ἀλβανική προπαγάνδα ἐπαναφέρει ἕνα ζήτημα τό ὁποῖο δημιουργεῖ ἀρνητικό κλῖμα στίς ἑλληνοαλβανικές σχέσεις καί προκαλεῖ ἤδη τήν ἀνησυχία πολλῶν Ἑλλήνων, ἰδίως στίς περιοχές που συνορεύουν μέ τήν Ἀλβανία, δηλαδή στούς Νομούς τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας καί τῆς Ἠπείρου. Γιά νά δώσουμε μιά σύντομη εἰκόνα τοῦ θέματος κατά τρόπο κατανοητό ἀπό τόν ἀναγνώστη παρουσιάζουμε δέκα ἐρωτήσεις μέ τίς ἀντίστοιχες ἀπαντήσεις γιά τό θέμα τῶν Τσάμηδων.
1) Τί σημαίνει ἡ ὀνομασία Τσάμης; Μέ τό ὄνομα αὐτό ἐννοοῦμε μία ὁμάδα Μουσουλμάνων πού ἔζησαν στήν Θεσπρωτία ἀπό τόν 17ο μέχρι τά μέσα τοῦ 20οῦ αἰῶνος. Ἡ λέξη ἀποτελεῖ παραφθορά τοῦ ὀνόματος Θύαμις, ὅπως ἦταν γνωστός στήν ἀρχαιότητα ὁ ποταμός Καλαμᾶς.
2) Πῶς βρέθηκε στήν Θεσπρωτία αὐτή ἡ ὁμάδα; Οἱ Τσάμηδες ἀποτελοῦν τούς ἀπογόνους ἐξισλαμισθέντων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ἠπείρου. Πολλοί ἀπ' ἀυτούς ἐξισλαμίσθηκαν βιαίως μετά τήν ἀτυχῆ ἐξέγερση τοῦ Ἐπισκόπου Τρίκκης Διονυσίου ( τοῦ "Σκυλοσόφου") στίς ἀρχές τοῦ 17ου αἰῶνος, ἐνῷ ἄλλοι προσεχώρησαν ἑκουσίως στό Ἰσλάμ γιά νά ἀποκτήσουν ἀξιώματα (Σπαχῆδες) . Ἡ ἀλλαγή θρησκεύματος ὁδήγησε πολύ γρήγορα καί στήν μεταστροφή τῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως. Ἔγιναν Τουρκαλβανοί καί φανατικοί διῶκτες τῶν Ρωμηῶν. Τοῦτο μαρτυρεῖ ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη ἀποτελεῖ ἕνα ἰσχυρότατο στοιχεῖο τῆς ἐθνικῆς μας ταυτότητος.
3) Πῶς παρέμειναν στόν ἑλλαδικό χῶρο μετά τήν ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν; Βάσει τῆς συνθήκης τῆς Λωζάννης τοῦ 1923 οἱ Ἀλβανόφωνοι Μουσουλμάνοι τῆς Θεσπρωτίας κρίθηκαν ὡς "ἀνταλλάξιμοι". Ὅμως ἡ τότε Κυβέρνηση τοῦ Στρατηγοῦ Θεοδώρου Παγκάλου δέν τούς ἔστειλε στήν Ἀλβανία μέ τήν ἐλπίδα ὅτι ἡ χειρονομία αὐτή θά μετροῦσε θετικά στίς σχέσεις μας μέ τό νεοσύστατο ἀλβανικό κράτος. Δυστυχῶς ἀπό τότε μέχρι σήμερα ἡ ἐμπράκτως ἐκδηλούμενη καλή διάθεση τῆς χώρας μας δέν ἀποδίδει τά ἀναμενόμενα ἀπό ἀλβανικῆς πλευρᾶς. Βλέπουμε ἄλλωστε τήν ἀρνητική στάση τῶν Τιράννων ἔναντι τῶν Βορειοηπειρωτῶν.
4) Γιατί κατηγοροῦνται γιά ἀνθελληνική δράση; Κατά τήν Ἰταλική ἐπίθεση ἐναντίον τῆς χώρας μας τρία ἀπό τά δεκατέσσερα συμπράξαντα ἀλβανικά τάγματα ἦσαν στελεχωμένα ἀπό Τσάμηδες, πού ἐπεδόθησαν σέ ἀκατονόμαστες ἀδικοπραγίες. Στήν διάρκεια τῆς Κατοχῆς οἱ Τσάμηδες ἔγιναν οἱ καλύτεροι συνεργάτες τῶν Ἰταλῶν Φασιστῶν καί διέπραξαν μύριες ὅσες βιαιότητες εἰς βάρος τῶν συγχωριανῶν τους Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων. Μέ ὀργανωτή τήν Ἀλβανική Ἐθνική Ἐπιτροπή ( ΞΙΛΙΑ) καί ἀρχηγούς τήν περιώνυμη οἰκογένεια Ντίνο Μπέη διέπραξαν λεηλασίες, σφαγές καί δολοφονίες καί ἐμπρησμούς κατοικιῶν. Σύνθημά τους ἦταν ὅτι ὅλη ἡ Ἤπειρος μέχρι καί τήν Πρέβεζα πρέπει νά γίνει ἀλβανική! Μετά τήν συνθηκολόγηση τῶν Ἰταλῶν οἱ Τσάμηδες συνεργάσθηκαν μέ τούς Γερμανούς κατακτητές και συνέχισαν τά ἐγκλήματα μέ ἀποκορύφωμα τήν μαζική ἐκτέλεση 49 προκρίτων τῆς Παραμυθιᾶς στίς 29/9/1943
5) Πῶς ἔφυγαν ἀπό τήν πατρίδα μας; Οἱ Τσάμηδες κατεδιώχθησαν ἀπό τίς ὁμάδες Ἐθνικῆς Ἀντιστάσεως τοῦ Ναπολέοντος Ζέρβα (ΕΔΕΣ) . Ἀποφασιστικές ἦταν οἱ ἑλληνικές νίκες στήν πρώτη μάχη τῆς Μενίνας ( Νεράιδας) στίς 17 καί 18/8/1944 καί στήν δεύτερη μάχη τῆς Μενίνας στίς 20 καί 21/9/1944. Πολλοί Γερμανοί καί Τσάμηδες κατέφυγαν γιά να σωθοῦν στήν Ἀλβανία, τούς δέ ἐνόπλους Τσάμηδες ἀκολούθησαν καί οἱ οἰκογένειές τους.
6) Ὑπάρχουν καταδίκες εἰς βάρος τους; Βεβαίως. Τό 1945 τό Εἰδικό Δικαστήριο Δοσιλόγων Ἰωαννίνων κατεδίκασε ἐρήμην 1930 Τσάμηδες ἐπί συνολικοῦ πληθυσμοῦ 19.000 ( Ὁ ἕνας στούς δέκα ἦταν ἐγκληματίας πολέμου! ). Πολλοί κατεδικάσθησαν στήν ποινή τοῦ θανάτου, ἀλλά εὑρίσκοντο ἤδη ἀσφαλεῖς στήν Ἀλβανία, ἐνῷ ἡ ἀγροτική περιουσία τους ἀπεδόθη βάσει νόμου στούς ἀκτήμονες τῆς πςεριοχῆς πού εἶχαν ζήσει "στό πετσί τους" τήν ἀγριότητα τῶν Τσάμηδων. Σήμερα ζοῦν στήν Ἑλλάδα μόνο 56 Τσάμηδες.
7) Πῶς ἐπανῆλθε τό θέμα στήν ἐπικαιρότητα; Τό ζήτημα τῶν Τσάμηδων ἐπανῆλθε τά τελευταῖα χρόνια ἀπό μία ὀργανωμένη ἐκστρατεία τῆς ἀλβανικῆς προπαγάνδας, ἡ ὁποία στηρίζεται καί ἀπό τά δύο μεγάλα κόμματα, Δημοκρατικό καί Σοσιαλιστικό. Ἀναφέρουμε ἐνδεικτικά ὅτι τόν Νοέμβριο τοῦ 1999 ὁ Ἀπελευθερωτικός Στρατός τοῦ Κοσσυφοπεδίου ἀπεφάσισε τήν συγκρότηση "Ἀνεξάρτητης Ταξιαρχίας τῆς Τσαμουριᾶς". Ἡ πολιτική Ὀργάνωση "Τσαμερία" ἱδρύθηκε στά Τίραννα τό 1991 καί πραγματοποιεῖ ἐκδόσεις "Ντοκουμέντων" μέ τήν ὑποστήριξη τῆς Γενικῆς Διευθύνσεως τῶν Ἀρχείων τοῦ Ἀλβανικοῦ Κράτους. Τόν Ἰούνιο τοῦ 2000 τό Δημοτικό Συμβούλιο τῶν Τιράννων ἔδωσε τό ὄνομα Τσαμουριά (δηλ. Θεσπρωτία) σέ ἕνα ἀπό τούς δρόμους τῆς ἀλβανικῆς πρωτεύουσας καί στήν ἐκδήλωση αὐτή ὁ πρώην Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας Σαλί Μπερίσα ζήτησε τήν "ἐπίλυση τοῦ Τσάμικου ζητήματος". Στίς 25 Ἰουλίου 2000 ἡ Ἐπιτροπή Ἐξωτερικῶν Ὑποθέσεων τῆς Ἀλβανικῆς Βουλῆς ἀνεκοίνωσε ὅτι ἡ Τσαμουριά ἀποτελεῖ ἐθνική ὑπόθεση γιά τή Ἀλβανία καί ὅτι θά "διεκδικήσουμε τήν ἐπιστροφή τῶν περιουσιῶν τῶν Τσάμηδων" ! Στόν κρατικό τηλεοπτικό δίαυλο ΕΤ-3 δηλώσεις περί ὑπάρξεως ἀνοικτοῦ θέματος Τσάμηδων ἔκαναν προσφάτως ὁ Ἀλβανός Σοσιαλιστής ἡγέτης Φάτος Νάνο καί ὁ ἀρχηγός τῶν ἐξεγερθέντων Ἀλβανῶν στά Σκόπια Ἀχμέτι.
8) Τί ἐπιδιώκει οὐσιαστικά ἡ Ἀλβανία; Ἐκ πρώτης ὄψεως τό σημερινό αἴτημα φαίνεται νά ἐπικεντρώνεται στήν ἐπιστροφή τῶν περιουσιῶν τῶν Τσάμηδων, ἤδη ὅμως ἀρχίζει νά διαφαίνεται καί ἡ ἐδαφική διεκδίκηση γιά τήν περιοχή τῆς Θεσπρωτίας καί εὐρύτερα γιά τήν ἐντός Ἑλληνκῆς Ἐπικρατείας Ἤπειρο. Οἱ Ἀλβανοί τῶν Σκοπίων δημοσιεύουν ἀναφανδόν στό Διαδίκτυο χάρτη μέ τά "ἐθνολογικά σύνορα τῆς Ἀλβανίας", ὅπου περιλαμβάνονται ἡ Καστοριά, τά Ἰωάννινα, ἡ Πρέβεζα κ.ἄ.! Πάντως σέ ἔνα βαθμό ἡ προπαγάνδα περί Τσάμηδων χρησιμοποιεῖται καί ὡς ἀντιπερισπασμός γιά νά ξεχάσουμε τήν συνεχιζόμενη καταπίεση τῶν δικαιωμάτων τῶν Ἑλλήνων ἐντός Ἀλβανίας.
9) Ποιά πρέπει νά εἶναι ἡ ἀντίδρασή μας; Ἡ Κυβέρνηση καί οἱ διπλωματικές μας ὑπηρεσίες πρέπει νά διακηρύττουν καί πρός τήν Ἀλβανία καί πρός κάθε ἄλλη χώρα ἤ Διεθνῆ Ὀργανισμό ὅτι ἐμεῖς δέν συζητοοῦμε κἄν τό θέμα , διότι δέν εἶναι δυνατόν νά δικαιωθοῦν οἱ ἐγκληματίες πολέμου ἤ οἱ ὑποβόσκουσες ἐδαφικές διεκδικήσεις. Σέ ἐπίπεδο δέ ἰδιωτικῶν καί πολιτιστικῶν φορέων πρέπει νά ἀπαντοῦμε μέ ἐπιχειρήματα σοβαρά καί κατανοητά ἀπό τό διεθνές κοινό. Πρωτίστως δέ ὀφείλουμε ὅλοι μαζί , Κυβέρνηση, Κόμματα, Ἐκκλησία καί πολίτες, νά ζητοῦμε τόν σεβασμό τῶν δικαιωμάτων τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητος στήν Ἀλβανία.
10) Ποιοί ἄλλοι προσπαθοῦν νά ἐκμεταλλευθοῦν τό θέμα αὐτό; Τό κατασκευασμένο ἀπό τήν Ἀλβανία ζήτημα προσπαθεῖ νά ἀξιοποιήσει καί ἡ τουρκική προπαγάνδα εἰς βάρος μας, ὅπως φαίνεται καί ἀπό τήν ἱστοσελίδα τοῦ Τουρκικοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν στό Διαδίκτυο (ΙΝΤΕΡΝΕΤ). Ἄρα τό θέμα χρειάζεται προσοχή ἐκ μέρους μας καί ὄχι ἀδιαφορία. Ἔχουμε διαπιστώσει κατά τίς τελευταῖες δεκαετίες ὅτι ὅποτε ὑποτιμήσαμε προπαγανδιστικά τεχνάσματα γειτονικῶν χωρῶν βγήκαμε ζημιωμένοι ( π.χ. Μακεδονικό).antibaro.com
Σήμερα έχουμε υποχρέωση να παρουσιάσουμε το εν θέματι άρθρο, μέσα από τις πληροφορίες του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, διότι είναι μια ελάχιστα γνωστή πτυχή της περιόδου του μεσοπολέμου, η περίπτωση των Τσάμηδων και της Τσαμουριάς, ένα από τα λιγότερο γνωστά θέματα του σχετικά πρόσφατου ελληνικού παρελθόντος, που για αρκετές δεκαετίες καλύφθηκε από σιωπή και αγνοήθηκε, ηθελημένα ή αθέλητα από την ελληνική ιστοριογραφία, έρχεται στην επιφάνεια με το ενδιαφέρον βιβλίο της Ελευθερίας Μαντά «Οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες της Ηπείρου» που κυκλοφορεί από το Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου.
Η μελέτη της Ε. Μαντά, φιλοδοξεί να απαντήσει, όπως σημειώνει η ίδια, στο υπάρχον ιστοριογραφικό κενό και στην ανάγκη για μία κατά το δυνατόν αντικειμενική και νηφάλια προσέγγιση του θέματος. Επισημαίνοντας ότι «ο χρόνος και οι συνθήκες είναι πλέον ώριμες ώστε να ανασυρθεί από τη λήθη το κομμάτι αυτό του χαμένου ιστορικού παρελθόντος και να τύχει της προσοχής που του αρμόζει εκ μέρους της σύγχρονης ελληνικής επιστήμης».
Οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες της Ηπείρου, βρισκόταν στην περιοχή ακόμη από τα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την εποχή του Αλή Πασά και υπολογίζονταν ότι αριθμούσαν περίπου από 17.000 μέχρι 23.000 άτομα. Το 1932 η γενική Διοίκηση Ηπείρου τους υπολόγιζε σε 19.135 άτομα, ενώ σύμφωνα με ένα πίνακα του Αλβανού προξένου στα Ιωάννινα οι Αλβανοί μουσουλμάνοι της Θεσπρωτίας ανέρχονταν σε 23.048 άτομα.

Τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας και της Ηπείρου από τον τουρκικό ζυγό, οι Τσάμηδες της Ηπείρου δεν φαίνεται να είχαν ακόμη σαφώς διαμορφωμένη εθνική συνείδηση. Περισσότερο από Αλβανοί ή Τούρκοι, ήταν και αισθάνονταν μουσουλμάνοι. Η θρησκεία ήταν που έπαιζε τον πρώτο ρόλο για τον αυτοπροσδιορισμό τους. Αργότερα και πάνω στη σύγχυση με την ανταλλαγή των πληθυσμών στα Βαλκάνια, προπαγανδιστές από τα Τίρανα τους έπεισαν να δηλώσουν Αλβανοί για να αποφύγουν τη μεταφορά τους στην Τουρκία, μαζί με τους άλλους μουσουλμάνους που μέχρι τότε κατοικούσαν στη Βόρεια Ελλάδα. Έκτοτε, συχνά – πυκνά οι αλβανικές κυβερνήσεις, όποτε βρισκόταν σε κρίση οι Ελληνοαλβανικές σχέσεις, έθεταν θέμα καταπάτησης των δικαιωμάτων των Τσάμηδων και διακρίσεων σε βάρος τους από τις ελληνικές αρχές. Σιγά-σιγά δημιουργήθηκε ένα κλίμα καχυποψίας και αναπτύχθηκε μία έντονη προπαγανδιστική δραστηριότητα όχι μόνο στην Αλβανία, αλλά και μέσα στην Ήπειρο με πρωτεργάτες τους Μαζάρ Ντίνο, που είχε διατελέσει επί ιταλικής κατοχής της Ηπείρου κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υποδιοικητής Παραμυθιάς, Ασίζ Αγά, Χουσείν Λουκαβιτσιότι, Μουσά Ντέμι κ.α.Etσι υποκινήθηκε ένα κίνημα αλυτρωτισμού με την επίδραση της αλβανικής αλλά και της ιταλικής φασιστικής προπαγάνδας που πρόβαλαν την ιδέα δημιουργίας της «Μεγάλης Αλβανίας». Στις 12 Αυγούστου 1940, σε συνάντηση που είχε ο Μουσολίνι με τους Τσιάνο, Βισκόντι Πράσκα και Γιακομόνι, ανακοίνωσε την επιθυμία του για κατάληψη της Τσαμουριάς και της Κέρκυρας.
Από την πρώτη στιγμή της Ιταλικής επίθεσης κατά της Ελλάδος, ομάδες Τσάμηδων πήραν μέρος στις επιθέσεις κατά των ελληνικών δυνάμεων, ενώ το ιταλικό ΧΧV Σώμα Στρατού που είχε αναλάβει τον τομέα επιχειρήσεων της Ηπείρου, έφερε το όνομα «Σώμα Στρατού Τσαμουριάς».
Σε όλη τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής της Ηπείρου, ομάδες ένοπλων Τσάμηδων, είχαν δημιουργήσει κλίμα τρομοκρατίας και είχαν επιδοθεί στο πλευρό των ιταλικών δυνάμεων σε αμέτρητες πράξεις αυθαιρεσίας, βιαιοπραγιών, δολοφονίες, βιασμούς, καταστροφές κλπ.
Ο αλβανικός πληθυσμός στη Θεσπρωτία στο σύνολό του, έστω κι αν δεν συνεργάστηκε ενεργά στο πλευρό των δυνάμεων κατοχής, τις υποδέχθηκε με ελπίδα και προσδοκίες για την πραγματοποίηση των υποσχέσεων που επί δεκαετίες καλλιεργούνταν, επωφελήθηκε από την παρουσία τους στην περιοχή και παρείχε έμμεση υποστήριξη, με οδηγούς, συνδέσμους, πληροφοριοδότες κλπ.
Οι συνεργαζόμενοι με τους Ιταλούς και γερμανούς Αλβανοί Τσάμηδες από τη μία πλευρά των συνόρων και η αλβανική οργάνωση «Μπάλι Κομπετάρ» (Balli Kombetar) από την άλλη, είχαν δημιουργήσει συνθήκες δραματικές τόσο για τον ελληνικό πληθυσμό της Ηπείρου, όσο και για τα μέλη της ελληνικής μειονότητας της Αλβανίας, που είχαν αρχίσει πλέον να υφίστανται συνεχείς διωγμούς.
Το καλοκαίρι του 1943 οι γερμανικές αρχές κατοχής, αποφάσισαν να αναλάβουν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, προκειμένου να περιορίσουν την επέκταση της δράσης των ανταρτικών δυνάμεων του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ.
Έτσι, η γερμανική μεραρχία Εντελβάϊς εγκαταστάθηκε στην Παραμυθιά στις αρχές Ιουλίου και το 22ο Ορεινό Σώμα υπό τον στρατηγό Λαντζ, μετέπειτα Γενικό Διοικητή Δυτικής Ελλάδας, εγκαταστάθηκε στα Ιωάννινα. Στις μάχες που διεξήχθησαν, κυρίως για τον έλεγχο των οδών της Ηπείρου (Άρτας-Ιωαννίνων, Ιωαννίνων-Μετσόβου, Ιωαννίνων-Ηγουμενίτσας), στο πλευρό των γερμανικών δυνάμεων έδρασαν και ομάδες Τσάμηδων, τους οποίους οι γερμανοί χρησιμοποίησαν αποτελεσματικά εναντίον των ανταρτών. Όπως άλλωστε η διοίκηση της γερμανικής μεραρχίας παρατηρεί σε έκθεσή της, «τα τμήματα του αλβανικού πληθυσμού συμπαρίστανται στα γερμανικά στρατεύματα και έχουν προσφέρει πολύτιμη βοήθεια στον αγώνα κατά των ανταρτών», για να προσθέσει λίγο αργότερα ότι «στις μέχρι τώρα επιχειρήσεις κατά των ανταρτών οι μουσουλμάνοι αποδείχτηκαν ικανοί λόγω της γνώσης της περιοχής, ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις ανίχνευσης. Οι Αλβανοί προσδοκούν την ένταξη της Τσαμουριάς σε μία ελεύθερη και αυτοδύναμη Αλβανία».
Από τις πρώτες ενέργειες των γερμανών, μετά την άφιξή τους στην περιοχή, υπήρξε η προσπάθεια για μία πιο οργανωμένη συγκρότηση των ενόπλων ομάδων των Τσάμηδων που ενεργούσαν στην Ήπειρο. Όλος σχεδόν ο αλβανικός πληθυσμός από 14 ετών και πάνω, εξοπλίστηκε, σχηματίστηκαν νέα ένοπλα τμήματα που τέθηκαν υπό τις οδηγίες των Μαζάρ και Νουρί Ντίνο. Όλοι οι Αλβανοί των ομάδων αυτών φορούσαν στρατιωτικές στολές, ιταλικές ή γερμανικές, καθώς και περιβραχιόνιο με τη λέξη «Τσάμης» που τους έδινε τη δυνατότητα να κυκλοφορούν ελεύθερα στις πόλεις και την ύπαιθρο, φέροντας οπλισμό. Οι δικαιοδοσίες της αλβανικής Τζανταρμερίας (χωροφυλακής), επεκτάθηκαν και της ανατέθηκε το καθήκον της τήρησης της τάξης, εξέλιξη που οι ίδιοι οι Τσάμηδες σε πολλές περιπτώσεις εκμεταλλεύτηκαν προκειμένου να κλείσουν λογαριασμούς του παρελθόντος.Οι επιχειρήσεις του καλοκαιριού του 1943 αποδείχτηκαν καταστροφικές από κάθε άποψη για την Ήπειρο. Πολλά χωριά καταστράφηκαν από τους βομβαρδισμούς ή πυρπολήθηκαν, άλλα λεηλατήθηκαν, το ίδιο και οι καλλιέργειες. Οι απώλειες σε ανθρώπινες ψυχές υπήρξαν μεγάλες και οι ζημιές ανυπολόγιστες. Οι περισσότεροι σώθηκαν καταφεύγοντας στα γύρω δάση ή στους βάλτους. Τις μεγαλύτερες καταστροφές, υπέστη τον Ιούλιο του 1943 η περιοχή Φαναρίου της Θεσπρωτίας. Και αυτό δεν ήταν τυχαίο. Αποδείχτηκε ότι αποτελούσε προσφιλή τακτική των Τσάμηδων να στρέφουν τις γερμανικές επιχειρήσεις προς τις περισσότερο εύφορες και αποδοτικές περιοχές, όπως ήταν η κοιλάδα του Φαναρίου, με το πρόσχημα ότι οι κάτοικοί τους παρείχαν υποστήριξη στους αντάρτες. Στις επιχειρήσεις του Αυγούστου 1943, όλοι σχεδόν οι αρχηγοί των Τσάμηδων βρισκόταν στο Φανάρι, οι Μαζάρ και Νουρί ντίνο, ο Αβδουλά Κασίμ, ο Μουσταφά Σεντίκ κ.α.. Κατά κανόνα, τις γερμανικές επιχειρήσεις ακολουθούσαν λεηλασίες και πράξεις αντεκδίκησης εκ μέρους των ένοπλων Τσάμηδων σε τέτοια έκταση που έφεραν τον ντόπιο πληθυσμό σε απελπιστική κατάσταση. Συγκέντρωναν κινητές περιουσίες, τα σκεύη και το ρουχισμό των σπιτιών, τα ζώα και ότι ακόμη μπορούσε να μεταφερθεί και τα μετέφεραν στα αλβανικά χωριά. Είναι δύσκολο να συλλάβει ο άνθρωπος την εικόνα του Φαναρίου τον Αύγουστο του 1943 κι ακόμη δυσκολότερο την εικόνα που παρουσίαζαν οι δρόμοι που οδηγούσαν έξω από αυτό: εκατοντάδες φορτωμένα ζώα με το νοικοκυριό των σπιτιών έφευγαν από το Φανάρι με διάφορες κατευθύνσεις, όλα μεταφέρθηκαν στις αποθήκες των γερμανών και στα σπίτια των Τσάμηδων. Η Γενική Διοίκηση Ηπείρου αναγκάστηκε τότε να απευθύνει έκκληση προς τη διοίκηση της γερμανικής μεραρχίας που είχε τον έλεγχο της Ηπείρου, ζητώντας περιορισμό της δράσης των Τσάμηδων, χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα.
Στις 24 Σεπτεμβρίου 1943, από αφορμή το θάνατο έξι Γερμανών στρατιωτών κοντά στο Ελευθεροχώρι, οι κατακτητές συνέλαβαν και εκτέλεσαν 60 επιφανείς κατοίκους της Παραμυθιάς. Λίγες μέρες αργότερα, στις 29 του μήνα, εκτελέστηκαν 49 πρόκριτοι και δημόσιοι υπάλληλοι. Τον κατάλογο των ονομάτων των Παραμυθιωτών που συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν από το γερμανικό απόσπασμα, συνέταξε ο ίδιος ο Μοζάρ Ντίνο, ενώ ομάδες ένοπλων Τσάμηδων ήταν αυτές που πραγματοποίησαν τις συλλήψεις με τη συνοδεία Γερμανού αξιωματικού. Αρκετοί από αυτούς παραβρέθηκαν στο πλευρό του γερμανικού αποσπάσματος και την ημέρα της εκτέλεσης.
Με την παροχή των κατάλληλων υποσχέσεων περί ενός ελεύθερου αλβανικού κράτους μελλοντικά, ήταν εύκολο στους Γερμανούς να προσεταιριστούν τους Αλβανούς και να καρπωθούν τις υπηρεσίες τους. Όσο η γερμανική προπαγάνδα διατηρούσε ζωντανή την προοπτική ένταξης της Τσαμουριάς στην Αλβανία, έπρεπε να θεωρείται εξασφαλισμένη η υποστήριξη που παρείχε ο αλβανικός πληθυσμός στο γερμανικό στρατό. Αυτός ήταν και ο λόγος που απέτυχε η πρώτη προσπάθεια προσέγγισής τους που πραγματοποίησε ο Βρετανός αξιωματικούς Άντερσον, ο οποίος είχε φτάσει ως σύνδεσμος της Συμμαχικής Αποστολής στην Ήπειρο αμέσως μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι όσο ο ίδιος συνομιλούσε με τον Ισμαήλ Χακί, αρχηγό ομάδας ένοπλων Αλβανών, κάποιος ενημέρωσε τους Γερμανούς για την άφιξη του Βρετανού αξιωματικού, οι οποίοι και έστειλαν μια ομάδα να τον συλλάβει, χωρίς όμως επιτυχία. Ο εκ των αρχηγών των Τσάμηδων, Μαζάρ Ντίνο, δολοφονήθηκε το 1945 στο Δέλβινο υπό άγνωστες συνθήκες, φέροντας το στίγμα του προδότη, όπως τον χαρακτήριζε το κομμουνιστικό καθεστώς του Εμβέρ Χότζα, επειδή είχε συνεργαστεί με τους κατακτητές. Σύμφωνα όμως με τους οπαδούς του «ο Μαζάρ σκότωσε με τα χέρια του μόνο εκείνους που υποστήριζαν τον Ζέρβα ή που εναντιόνταν στην ένωση της Τσαμουριάς με την Αλβανία».Τις πρώτες ημέρες του Αυγούστου 1944, μετά από διαταγή του Συμμαχικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής, ξεκίνησαν εκτεταμένες επιχειρήσεις της 10ης Μεραρχίας των ΕΔΕΣ-ΕΟΕΑ προς το Μαργαρίτι και τη Μαζαρακιά και από εκεί προς την Ηγουμενίτσα. Η αντίσταση που πρόβαλαν τα ένοπλα σώματα των Τσάμηδων κάμφθηκε γρήγορα και ολόκληρη η περιοχή, μέχρι τη γραμμή Ηγουμενίτσας-Μενίνας ελευθερώθηκε.
Τα ένοπλα σώματα των Τσάμηδων, συνέχισαν να ενισχύουν κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων του καλοκαιριού και του φθινοπώρου τις γερμανικές δυνάμεις στη Θεσπρωτία. Παράλληλα δε και καθώς οι γερμανοί συμπτύσσονταν πλέον βορειότερα προκειμένου να εγκαταλείψουν το ελληνικό έδαφος, συνεχιζόταν και η εκκένωση των περιοχών από τον άμαχο πληθυσμό των Τσάμηδων, που ακολουθούσαν τα υποχωρούντα γερμανικά τμήματα. Η μεγάλη μάζα του αλβανικού πληθυσμού της περιοχής, περίπου 20.000 άτομα είχε διέλθει το ποτάμι του Καλαμά και είχε συγκεντρωθεί στην ύπαιθρο της περιφέρειας Φιλιατών, μέχρι τα ελληνοαλβανικά σύνορα και την παραλία.
Τέλη Αυγούστου 1944, η μάζα αυτή των Αλβανών, πέρασε τα σύνορα και εγκαταστάθηκε στο αλβανικό έδαφος από την Κανίσπολη και πέρα.
Στις 27 Αυγούστου 1944, ο αρχηγός του ΕΔΕΣ, Ναπολέων Ζέρβας απηύθυνε προκήρυξη προς τους ένοπλους Τσάμηδες που εξακολουθούσαν να μάχονται στο πλευρό των Γερμανών, καλώντας τους για τελευταία φορά να καταθέσουν τα όπλα και εγγυώμενος τη ζωή, την τιμή και την περιουσία τους. Όμως ούτε και σ΄ αυτή την περίπτωση υπήρξαν αποτελέσματα.
Στις 21 Σεπτεμβρίου 1944, οι γερμανικές δυνάμεις εκκένωσαν τη Μενίνα και ακολουθούμενες από τους Τσάμηδες ενόπλους, πέρασαν τον ποταμό Καλαμά και άρχισαν να συμπτύσσονται προς τους Φιλιάτες, οπότε ελευθερώθηκαν μέσα σε λίγες ημέρες Οι Φιλιάτες, η Σαγιάδα και η Ηγουμενίτσα.
Με την απελευθέρωση της περιοχής, το συσσωρευμένο μίσος που είχαν καλλιεργήσει οι κάθε είδους βιαιοπραγίες των ένοπλων Τσάμηδων, στο πλευρό των Ιταλών και των Γερμανών, ξέσπασε πάνω στα κεφάλια των Αλβανών μουσουλμάνων, ανδρών και γυναικών αδιάκριτα. Τα θύματα υπήρξαν δεκάδες, ενώ ο διοικητής του 16ου Συντάγματος του ΕΔΕΣ, αντισυνταγματάρχης Αριστείδης Κρανιάς, που έφτασε στην Παραμυθιά, έγραψε ότι «αυτό που επακολούθησε δεν περιγράφεται».
Αργότερα, ο Κρις Γουντχάουζ παραδέχθηκε ότι η Συμμαχική Αποστολή υπό τις οδηγίες του ίδιου, έδωσε εντολή για την εκκαθάριση της Ηπείρου από τους Αλβανούς προκειμένου να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις κατά των Γερμανών, ωστόσο η εφαρμογή τους υπήρξε αιματηρή, αν και για τον ίδιο «οι Τσάμηδες πήραν αυτό που τους άξιζε».
Στα τέλη Δεκεμβρίου 1944, πέρασαν στο αλβανικό έδαφος και οι τελευταίες ομάδες των Τσάμηδων, που μέχρι τότε παρέμειναν στην Ήπειρο και συγκεντρώθηκαν στην περιφέρεια της Κανίσπολης, όπου βρίσκονταν συγκεντρωμένοι και οι υπόλοιποι Τσάμηδες.
Αpodimos.com
ognomonpolitics.blogspot.com